merodeo - ορισμός. Τι είναι το merodeo
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι merodeo - ορισμός


merodeo      
Sinónimos
sustantivo
vagancia: vagancia, vagabundeo
Expresiones Relacionadas
merodeo      
sust. masc.
Acción y efecto de merodear.
merodeo      
merodeo m. Acción y efecto de merodear.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για merodeo
1. Sin embargo, la policГ­a indicГі que, tras los incidentes de merodeo de mujeres, no se presentaron cargos.
2. Todo empezó cuando, en diciembre de 2006, los servicios de inteligencia se percataron de los movimientos de merodeo de varios hombres cerca de instalaciones militares estadounidenses en Hanau, al este de Francfort.
3. Dividida en dos partes, su disección de la figura arranca con un "merodeo" histórico para luego detenerse en una figura: la del autor de Bearn, obra cumbre de Llorenз Villalonga.
4. La delgadez formal (dos, tres versos a veces) de los poemas de ese libro unida al carácter hermético de muchos de ellos y a su acerado merodeo en torno a las posibilidades de la escritura sirvieron para que la autora quedara para siempre encasillada en la llamada "poesía del silencio". De ahí el carácter casi de manifiesto de un poemario como éste, empezando por su propio título.
Τι είναι merodeo - ορισμός